Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011

Τι σου είναι η αγάπη τελικά...

Πόσο βαθιά να αναζητήσουμε τις σκέψεις της Αλκυόνης; Πόσο μακριά να συνοδέψουμε τα βήματά της στις κρυφές αναζητήσεις της; Η Αλκυόνη είναι μια μυστική μάγισσα της γραφής που σμιλεύει τα καθημερινά μας όνειρα που δεν τα ζούμε, ούτε καν τα αντιλαμβανόμαστε. Μόνη της, μια μοναχική οδοιπόρος συντροφεύει τα όνειρά μας χωρίς να μας πει τίποτα και σκαλίζοντας τις στάχτες μας μάς δίνει φωτιά και ανάσα σε αυτά που δεν μπορούμε να μυρίσουμε, να αντιληφθούμε, να δούμε.
Και τα βλέπει ξεκάθαρα. Και μας τα γράφει. Μας τα αφηγείται. Και όσοι την ακούνε την ακολουθούν και μαγεύονται με το ταξίδι της. Είναι η Αλκυόνη! Που σκορπίζει ανέμους  ξανοίγοντας εικόνες και συναισθήματα. Και σκαλίζει ξεχασμένες ευαισθησίες. Μας οδηγεί στα δικά της μονοπάτια.
H Αλκυόνη Παπαδάκη, στο δέκατο πέμπτο μυθιστόρημά της, «Τι σου είναι η αγάπη τελικά…» αγωνιά για το συναίσθημα της αγάπης που προσπαθεί να το ψηλαφίσει, να το νιώσει, να το δυναμώσει μέσα μας. Και περιπλανιέται στις ψυχές των ηρώων της και δυναμώνει τις φωνές τους για να τις ακούσουν και οι αναγνώστες της.

Ατόφιοι χαρακτήρες ελληνικής οικογένειας, που μπορεί να μην τους βλέπουμε σήμερα μιας και είναι καλά προστατευμένοι από μια δική τους κατασκευασμένη εικόνα. Αλλά η συγγραφέας μάς τους δείχνει. Εισβάλλει στα κλειστά σπίτια τους και τους ξεγυμνώνει. Και μας τους δείχνει χωρίς ίχνος ντροπής. Έτσι όπως είναι. Όπως σκέφτονται  και συμπεριφέρονται. Με τη χαρακτηριστική πένα μιας ανελέητης Αλκυόνης.
Μόνο ο γέρικος ευκάλυπτος απόμενε εκεί, καρφωμένος
χρόνια και χρόνια στην τσιμεντένια αυλή για ν’ αποχαιρετά
με τ’ απλωμένα κλαριά του τους ταξιδιώτες του πουθενά.
Η Αλκυόνη ζωγραφίζει ένα κόσμο όπως είναι και λαχταρά να ακούσουμε τις ευχές της, να ταραχτούμε από τις υπόνοιες των κρυφών της επιθυμιών που θα μας βοηθήσουν να διακρίνουμε αυτό που μας λείπει. Δεν αλλοιώνει καταστάσεις, δεν ωραιοποιεί αισθήματα. Βυθίζεται όσο πιο βαθιά μπορεί και βγάζει στην επιφάνεια αυτά που έχουμε καλά κρυμμένα μέσα μας και ξεχασμένα από το ρυθμό μιας καθημερινότητας. Και μας τη δείχνει όσο πιο καλά μπορεί και κραυγάζει σιωπηλά για τη μεταμόρφωση των συναισθημάτων μας που υπακούουν πλέον σε άλλες οδηγίες, σε άλλες ανατροπές. Για να χαθούμε σε ένα λαβύρινθο  ύποπτων συναλλαγών της ψυχής μας.
Τι σου είναι η αγάπη τελικά…; Γιατί αγαπάμε; Επειδή θέλουμε να κερδίσουμε κάτι; Να ωραιοποιήσουμε την εικόνα μας; Να δείξουμε προς τα έξω ότι νιώθουμε καλά; Είναι η ανιδιοτελής αγάπη η μόνιμη ορμή που θα μας φέρει στην ευτυχία;
Το ξημέρωμα είχε ρίξει δυνατή βροχή. Τα σύννεφα ήταν ακόμα πυκνά στον ουρανό. Πίσω από ένα φυλλαράκι της ακακίας είχε κρυφτεί ο Θεός και παρατηρούσε τα σύμπαντα, παρέα με κάποιο χρυσομάμουνο.
Γιατί τα συναισθήματα να έχουν ποικίλες αποχρώσεις; Γιατί να επηρεάζονται και να αλλοιώνονται ανάλογα με μια στρεβλή μας σκέψη ενός πιθανού κέρδους; Δεν μπορούμε να εξωτερικεύουμε τον εσωτερικό μας κόσμο χωρίς υστεροβουλία;
Η Αλκυόνη Παπαδάκη δεν χαρίζεται σε κανέναν ήρωα της. Ακολουθεί τις σκέψεις και τις ανάσες τους και άλλοτε νιώθει ευτυχισμένη και άλλοτε σαρκάζει με τα τερτίπια τους. Γιατί έτσι είναι η ζωή τους. Γεμάτη μονοπάτια εκπλήξεων και κινηματογραφικών ανατροπών όπως είναι η ζωή μας.
Τι σου είναι κι αυτή η αγάπη, αλήθεια.
Μπορεί να στήνει το στρατηγείο της σ’ ένα απλό καθημερινό αντικείμενο κι από εκεί να στέλνει τα μηνύματα της.
Σ’ ένα φλιτζάνι του καφέ, ας πούμε… Σ’ ένα μπρίκι. Σ’ ένα κουτί με μπαχαρικά, σ’ ένα πλαστικό τραπεζομάντιλο. Σ’ ένα φθαρμένο πατάκι, κάτω από το νεροχύτη.
Τι σου είναι κι αυτή η αγάπη τελικά…
Όπως είναι η ζωή των δυο μικρών αδελφών της Ειρήνης και της Κατερίνας ή Κατειρήνες, σύμφωνα με το δικό τους κώδικα αγάπης, που ξεκινούν την περιπέτεια της ζωής τους σε ένα ορφανοτροφείο. Είναι η δική τους άδολη αγάπη που έρχεται αντιμέτωπη με μια μπάσταρδη αγάπη που ευδοκιμεί σε έναν άλλο κόσμο, όχι το δικό τους.
Μακάρι να είχα απαντήσεις για όλα τούτα. Κι όμως… Αν το καλοσκεφτείς, καλύτερα που δεν έχω. Αν όλα ήταν απαντημένα, όλα προβλέψιμα, όλα εξηγημένα, τι γούστο θα ‘χε η πορεία της ζωής. Ακόμα κι ο Θεός θα έπληττε, αν έπαιζε μαζί μας μ’ ανοιχτά χαρτιά.
Η Αλκυόνη Παπαδάκη συνεχίζει να ακολουθεί πιστά τη σκέψη της, την πίστη της για ένα κόσμο που πάει να χαθεί και σμιλεύει τις αγωνίες της για να τις δούμε ξεκάθαρα. Για να διακρίνουμε τη διαφορά. Επειδή πλέον δεν μπορούμε.
Για να ζεσταθεί, έστω για λίγο, ο χειμώνας μας από τις αλκυονίδες σκέψεις της.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου